наказ {устар } - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

наказ {устар } - translation to πορτογαλικά

Царский наказ; Наказ (акт)
  • Титульный лист Общего наказа Гражданским Губернаторам (1837 г.)

наказ {устар.}      
(приказание) ordem (f), mandamento (m) ; (наставление) recomendação (f) ; (документ) indicação (f), instruções (f) pl

Ορισμός

наказ
м.
1) а) Приказание, распоряжение, наставление.
б) Перечень требований, задач и пожеланий избирателей, выдвигаемый перед их депутатами.
2) устар. Государственный акт, содержащий инструкции о выполнении какого-л. поручения, задания, возложенного на подчиненных лиц.

Βικιπαίδεια

Наказ (правовой акт)

Нака́з — документ, излагающий поручение вышестоящего органа власти нижестоящему об определённом порядке действия; в данном значении, наказ — исторический вид правового акта.